Λάζαρος

Λάζαρος
2976 Λάζαρος
{собств., 15}
Лазарь (Божья помощь).
1. Нищий, лежавший до самой своей смерти у дверей богача, который не обращал на него внимания, и о котором поведал в Своей притче Христос (Лк. 16:20, 23-25). Имя его стало так популярно, что от него произошло название больницы – лазарет (предназначавшейся первоначально для бедных).
2. Житель Вифании, брат Марии и Марфы, в доме которых несколько раз бывал Иисус. Господь воскресил его на четвертый день после его смерти, явив тем самым перед всем миром Свою неоспоримую власть над жизнью и смертью (Ин. 11:1, 2, 5, 11, 14, 43; 12:1, 2, 9, 17). Это было одно из величайших чудес нашего Спасителя, после которого в Него уверовали многие иудеи, а первосвященники и фарисеи окончательно положили убить Его, а также и Лазаря (Ин. 12:10). Возм. от евр. 499 (רָזָעלְאֶ).*

Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией. — Житомир, Украина. . 2006.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "Λάζαρος" в других словарях:

  • λάζαρος — I (; – 1368). Πατριάρχης Ιεροσολύμων (1334 68). Διαδέχθηκε τον Αθανάσιο Γ’ και αγωνίστηκε μαζί με την Αγιοταφική Αδελφότητα για τη διατήρηση της ελληνικής κυριότητας στα προσκυνήματα της Ιερουσαλήμ. Την περίοδο της πατριαρχίας του εγκαταστάθηκαν… …   Dictionary of Greek

  • Ανδριανού, Λάζαρος — Αγωνιστής του 1821. Καταγόταν από τις Σπέτσες. Αρχικά υπηρέτησε ως υποπλοίαρχος στο σκάφος Τιμολέων του Αν. Κυριακού (1821 22) και αργότερα στο σκάφος του Αν. Γεωργίου. Πήρε μέρος σε επιχειρήσεις στη Μονεμβασιά, στον Αργολικό κόλπο, στον Άθω… …   Dictionary of Greek

  • Αρμαδάνος, Λάζαρος — Αγωνιστής του 1821. Οπλαρχηγός, που μαζί με τον Καραμήτσο, απέκρουσε στη Νάουσα με κόντρα γιουρούσι (αντέφοδο) τα δύο γιουρούσια (εφόδους) της στρατιάς του Αβδούλ Αμπούντ στις 16 και 17 Μαρτίου του 1822 …   Dictionary of Greek

  • Γκιγγεντώσας, Λάζαρος — Αγωνιστής του 1821. Ναυμάχος από την Ύδρα, υπηρέτησε στο σκάφος Τερψιχόρη του Α. Ραφήλ. Το 1823 αποβιβάστηκε στην Κρήτη και πήρε μέρος στις τοπικές στρατιωτικές επιχειρήσεις. Το 1824 διακρίθηκε στη Λέσβο και το 1827 στον Πειραιά. Υπηρετώντας ως… …   Dictionary of Greek

  • Λαμέρας, Λάζαρος — (Αθήνα 1913 – 1998). Γλύπτης και πανεπιστημιακός. Καταγόταν από την Τήνο και σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας και αργότερα στο Παρίσι, δίπλα στον καθηγητή Ζαν Μπουσέ. Είχε εκθέσει το πρώτο του έργο στην Αθήνα με την ομάδα Τέχνη …   Dictionary of Greek

  • Παναγιώτας, Λάζαρος — Υδραίος πρόκριτος και πλοίαρχος στην Επανάσταση. Μαζί με τους πρόκριτους Γεώργιο Σαχτούρη και Αντώνιο Κριεζή καθαίρεσε τον Αν. Οικονόμου, ο οποίος ανακηρύχθηκε διοικητής της Ύδρας στις αρχές της Επανάστασης …   Dictionary of Greek

  • Τσάμης, Λάζαρος — (1878 – 1933). Μακεδονομάχος. Καταγόταν από το Πισοδέρι της Φλώρινας. Έδρασε στην περιοχή της Φλώρινας και της Καστοριάς. Σκοτώθηκε σε σύγκρουση με τους κομιτατζήδες …   Dictionary of Greek

  • Φυτάλης, Λάζαρος — (1831 – 1909). Έλληνας γλύπτης από την Τήνο. Ανάμεσα στα έργα του ξεχωρίζουν τα Δαβίδ και Ποιμήν κρατών ερίφιον, τα οποία φιλοτέχνησε με τον –επίσης γλύπτη– αδελφό του Γεώργιο. Τα έργα αυτά βραβεύτηκαν στην Αθήνα, το δεύτερο μάλιστα και στην… …   Dictionary of Greek

  • Lazaros Papadopoulos — Infobox Euroleague Player imagesize =350px caption = Papadopoulos name = Lazaros Papadopoulos Λάζαρος Παπαδόπουλος nickname = Lazos position = Center height ft = 6 height in = 10.75 weight lbs = 280 league = Spanish League Euroleague team = Real… …   Wikipedia

  • Lazaros Papadopoulos — Datos personales Nombre completo Lazaros Papadopoulos Λάζαρος Παπαδόπουλος Apodo Lazos …   Wikipedia Español

  • Сохос, Лазарос — Лазарос Сохос греч. Λάζαρος Σώχος …   Википедия


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»